Από αυτή την απόσταση, η Γη δεν μοιάζει πια με πατρίδα· μοιάζει με ανάμνηση.
Κι όσο περισσότερο απομακρυνόμαστε, τόσο πιο έντονα την κουβαλάμε μέσα μας — στις συνήθειες, στις προσευχές, στα μικρά τελετουργικά που φτιάχνουν την ψευδαίσθηση του “ανθρώπινου”.
Οι πρώτοι άποικοι του Άρη δεν θα μεταφέρουν μόνο τεχνολογία και προμήθειες.
Θα μεταφέρουν και νοσταλγία.
Θα κουβαλήσουν στο κόκκινο χώμα τις παλιές τους θεότητες, τα παλιά τους τραγούδια, τις οικογενειακές ευχές που ειπώθηκαν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Και ίσως, σε μια παράξενη ειρωνεία, ο πρώτος “ναός” στον νέο κόσμο να χτιστεί πριν από το πρώτο σχολείο.
Δεν είναι αδυναμία. Είναι αναπόφευκτο.
Ο άνθρωπος δεν χτίζει αποικίες· χτίζει κατοικίες για το παρελθόν του.
Όσο και να ονειρευόμαστε μια καθαρή αρχή, το DNA της κουλτούρας μας βρίσκεται μέσα σε κάθε απόφαση, κάθε όραμα, κάθε μηχανικό βραχίονα που σηκώνει θεμέλια στο άγνωστο.
Θα υπάρξει βέβαια και η άλλη πλευρά — εκείνοι που θα θελήσουν να αφήσουν τα πάντα πίσω. Να χτίσουν χωρίς ιστορία, χωρίς πίστη, χωρίς προέλευση. Μα αυτό δεν διαρκεί. Στο τέλος, κάτι μέσα τους ζητά πάλι σημάδια, συμβολισμούς, ένα σημείο αναφοράς. Ίσως δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς αυτά.
Και κάπως έτσι, η νοσταλγία θα γίνει επίσημο κάτοικος του Άρη.
Θα ζήσει ανάμεσα στους αστροναύτες, στους μηχανικούς, στους εποίκους που θα κοιτάζουν τη Γη μέσα από θόλους και οθόνες, προσπαθώντας να θυμηθούν τη μυρωδιά της βροχής.
Ίσως τελικά η πραγματική αποστολή δεν είναι να αποικήσουμε το διάστημα — αλλά να μάθουμε πώς να ζούμε μακριά από τον εαυτό μας χωρίς να χαθούμε.